του Νίκου Μπατσικανή*
Πάλι ο νους φτεροκοπάει στα πέρατα της σκέψης,
το όνειρο, ασυγκράτητο, σπαθίζει τους αιθέρες.
Υφαίνω τα οράματα, πλεξούδες με την πίκρα
και τις χαρές που μού ’δωσες, τόσον καιρό σιμά σου.
Μες τ’ ουρανού τα διάσελα, σεργιάνι ο λογισμός μου,
κι όσα μού χάρισες εκεί –στο πέταγμα του απείρου.
Αεροπορία - μάνα μου – ιδανικό - ερωμένη,
χύνω τα ξέπλεκα μαλλιά τής θύμησης και πάω
σε φίλων πού ’χασα κοντά τη μνήμη, για ν’ αφήσω
της θολωμένης μου ματιάς το σύγνεφο να βρέξει.
Όλοι εδώ. Αρχάγγελοι, με σιδερένιες κάσκες
και ατσαλένια, στα φτερά, δύναμη, να πετάξουν,
όπως παλιά, σαν αετοί, που διάλεξαν να είναι,
ηνίοχοι στα άτια τους, πήγασοι - δον κιχώτες,
σμήνη αγριοχελίδονα, πουλιά ν’ αποδημούνε.
Άυλοι, δίχως του κορμιού τα βάρη και της ζήσης,
και μεθυσμένοι απόφαση αθάνατοι να μείνουν,
στο ηρώο τής συνείδησης, στο κάλεσμα της μοίρας
που, δολερή, ανελέητη, γι’ αυτούς λεγόταν «πρέπει»,
χρέος και αυστηρή εντολή, την πτώση νά ’χουν κόστος.
Υμέναιος, το βέρτικο. Τα Ηλύσια πεδία,
με τ’ ανθισμένα κάνιστρα, πετάγματος λιβάδια.
Για γκέμια, επιτάχυνση, σύντροφος, το καθήκον,
ξεφάντωμα στο άπειρο, με στέφανα τις ζώνες.
Γιοι τού Δαιδάλου, Ίκαροι, «τοις ρήμασι εκείνων»,
να σκέπει τα φτερούγια σας της Παναγιάς η Χάρη,
στεφανωμένοι αμάραντα κι ολάνθιστα κλωνάρια,
ως κίονες, που συγκρατούν του ουρανού τον θόλο.
Ανατριχίλα τού κορμιού, αχ, θρόισμα της μνήμης,
ακύμαντο κι ανέφελο ταξίδι δεν υπάρχει.
*Ο Νικόλαος Μπατσικανής είναι απόστρατος Επισμηναγός
τής 22ας Σειράς ΣΤΥΑ.