04
Φεβ

Το Άγιο Όρος

του Συνταγματάρχη (ΕΜ) Παύλου Α. Παπαδόπουλου


Πολλοί συνάδελφοι έχουν επισκεφθεί ή επιθυμούν να επισκεφθούν το περιβόλι της Παναγιάς και μας ζήτησαν να γίνει σχετική αναφορά για το θέμα. Από το Περιοδικό της Ανωτάτης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ), Διακλαδική Επιθεώρηση Νο.60 Ιουλ - Οκτ 2024 σελ. 61-76, επιλέξαμε και δημοσιεύουμε εκτενή αποσπάσματα, για το Άγιο Όρος. Αν, καθώς λέγεται, ότι όποιος επισκέπτεται μια φορά τον Άθω, καλείται σύντομα να τον ξαναεπισκεφτεί!     

Το Άγιον Όρος, γνωστό ως το «περιβόλι της Παναγίας» είναι ένας από τους σημαντικότερους πνευματικούς προορισμούς της Ορθοδοξίας. Η μακρά μοναστική παράδοση και ιστορία του, η αρχιτεκτονική του, το θεσμικό του πλαίσιο, το παρθένο περιβάλλον του, τα πολυτιμότατα κειμήλια που ο χρόνος με σεβασμό προστάτευσε και η πνευματική ακτινοβολία του για περισσότερους από δέκα αιώνες καθιστούν το Άγιο Όρος αντικείμενο εξαιρετικού ενδιαφέροντος για κάθε μελετητή της θρησκείας, της ιστορίας και του πολιτισμού. Πάνω από όλα, όμως, η ιδιαιτερότητά του έγκειται περισσότερο στον διαφορετικό τρόπο ζωής, στην ανώτερη και πιο εκλεπτυσμένη ποιότητα πνεύματος και τη μορφή της Θείας λατρείας που αποζητούν οι προσκυνητές που συρρέουν κατά χιλιάδες κάθε χρόνο για να νιώσουν το «ύδωρ το ζων» και τη Θεία Ευλογία της Παναγίας.

Γεωγραφικά Στοιχεία
Η χερσόνησος του Άθω, όπως έχει επικρατήσει να ονομάζεται η ανατολικότερη χερσόνησος της Χαλκιδικής, έχει συνολικό μήκος περίπου 45 χιλιόμετρα και καταλαμβάνει επιφάνεια περίπου 335 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η ονομασία «Άθως» αρχικά αναφερόταν στην απόκρημνη, ψηλότερη κορυφή του ορεινού όγκου (2.033 μέτρα) που διατρέχει τη χερσόνησο και αργότερα επεκτάθηκε σε ολόκληρη την περιοχή.
Η γεωμορφολογία χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο, με έντονη κλίση στα ανατολικά και παρουσιάζει μεγάλες υψομετρικές διαφορές. Η ακτογραμμή είναι βραχώδης και απόκρημνη, δημιουργώντας λίγους όρμους, όπου είναι δυνατή η προσέγγιση πλοίων. Αυτή η γεωφυσική απομόνωση της Αθωνικής χερσονήσου έχει συμβάλλει στη διατήρηση του άγριου φυσικού τοπίου. Πυκνά, εκτεταμένα δάση καλύπτουν σχεδόν ολόκληρη την επιφάνεια της χερσονήσου, η οποία χαρακτηρίζεται από αντίστοιχη, έντονη βιοποικιλότητα και πλούσια πανίδα.
Ολόκληρη η χερσόνησος αποτελεί μία από τις σημαντικότερες περιοχές φυσικής και ιστορικής- πολιτισμικής αξίας στον κόσμο και έχει ενταχθεί στον Κατάλογο της UNESCO από το 1988, ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς, οπότε και υπόκειται σε ένα πλαίσιο απαγορεύσεων και περιορισμών για τις προστατευόμενες περιοχές εν γένει.

Ιστορία της μοναστικής πολιτείας
Σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, η Παναγία μαζί με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη αποβιβάστηκαν στην χερσόνησο του Άθω, όταν συνάντησαν θαλασσοταραχή, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Κύπρο. Η Θεοτόκος εντυπωσιάστηκε από την άγρια φυσική ομορφιά του τόπου, οπότε και της δόθηκε ως κλήρος από τον ίδιο τον Κύριο: «Έστω ο τόπος ούτος κλήρος σός και περιβόλαιον σόν και παράδεισος, έτι δε και λιμήν σωτήριος των θελόντων σωθήναι». Το «περιβόλι της Παναγίας», όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται, κατοικούνταν από χριστιανούς, ήδη, από τον 4ο αιώνα, οι οποίοι συνυπήρχαν με τους ειδωλολάτρες, ενώ δεν αποκλείεται αυτή την εποχή να φιλοξενούσε και κάποιους ασκητές. Κατά τον 7ο αιώνα, η χερσόνησος του Άθω δέχτηκε μοναχούς από τη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο, καταδιωκόμενους από Άραβες. Ο ισλαμικός επεκτατισμός και οι συχνές επιδρομές των επόμενων δύο αιώνων είχαν ως αποτέλεσμα την ερήμωση της αθωνικής χερσονήσου.

Η κατάσταση άλλαξε τον 9ο αιώνα, οπότε και οργανώθηκε ο μοναχισμός.
Το 885, ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Ά ο Μακεδών απομάκρυνε τους ποιμένες και τους λαϊκούς και όρισε, επισήμως, τον Άθω ως τόπο μοναχισμού. Το 963, ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, ίδρυσε με τη βοήθεια του Αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά την πρώτη Μονή, αυτή της Αγίας Λαύρας, ενώ λίγα χρόνια αργότερα (972) εκδόθηκε το πρώτο Τυπικό σε δέρμα τράγου («ο τράγος») που καθόρισε τους κανόνες διαβίωσης των μοναχών και καθιέρωσε το κοινοβιακό σύστημα ως την κύρια μορφή του μοναστικού βίου. Το δεύτερο Τυπικό υπεγράφη από τον Κωνσταντίνο Θ’ τον Μονομάχο το 1045 και επισημοποίησε την αυτοδιοίκηση στο Άγιο όρος, με κέντρο διοίκησης τις Καρυές.
Ήδη, την εποχή αυτή, άρχισαν να συρρέουν πλήθη αλλοεθνών μοναχών (Βενεδικτίνοι Αμαλφηνοί, Ίβηρες, Σλάβοι, Ρώσοι και Βούλγαροι), οι οποίοι ίδρυσαν και στελέχωσαν νέες μονές (Ιβήρων, Χιλανδαρίου, Ζωγράφου). Το Άγιο Όρος απέκτησε έναν πολυεθνικό χαρακτήρα και έφτασε να απαριθμεί περίπου 6.000 μοναχούς, στη μεγάλη ακμή του, τον 11ο αιώνα.
Κατά τους επόμενους αιώνες, παρατηρείται σημαντική μείωση των μοναχών, ως συνέπεια των Σταυροφοριών και, αργότερα, εξαιτίας της επέκτασης των Βουλγάρων και των Σέρβων, ενώ κατά τον 14ο αιώνα, ο Άθως γνώρισε λεηλασίες και βιαιότητες και μια μακρά περίοδο ερήμωσης από την παρουσία Καταλανών μισθοφόρων. Ακολούθησε η κατάληψη της Μακεδονίας από τον Σέρβο ηγεμόνα Στέφανο Δουσάν και η ηγεσία του Άθω υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει τη σερβική κυριαρχία και να αποδεχτεί για πρώτη φορά Σέρβους μοναχούς στο αξίωμα του Πρώτου.
Μετά την κατάλυση της σερβικής κυριαρχίας, ολόκληρη η Μακεδονία (και το Άγιο Όρος) καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς. Η μοναστική πολιτεία διατήρησε σε μεγάλο βαθμό την αυτονομία της, καταβάλλοντας, ωστόσο, φόρο υποτέλειας, που, μαζί με τις αποσπάσεις κτημάτων των μονών από τους Οθωμανούς, σταδιακά οδήγησε σε οικονομική κρίση, ένδεια και παρακμή. Οι Αγιορείτες μοναχοί στράφηκαν στις χώρες του Βορρά για την επίλυση των οικονομικών προβλημάτων τους, με αποτέλεσμα την εκδήλωση ενός αυξανόμενου ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών της Βαλκανικής για επιρροή και έλεγχο των Μονών του Αγίου Όρους, με εμφανέστερη την ένταση της ρωσικής επεκτατικής πολιτικής.
Το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα και οι αρχές του 19ου αιώνα, έως την έναρξη της Επανάστασης το 1821, αποτέλεσαν περίοδο οικονομικής, αλλά και πνευματικής ανάκαμψης του Αγίου Όρους, με μεγαλύτερο πνευματικό ορόσημο την ίδρυση της Αθωνιάδας Σχολής, η οποία λειτουργεί έως σήμερα ως εκκλησιαστικό Γυμνάσιο και Λύκειο.

Το 1821, η Επανάσταση στην περιοχή της Χαλκιδικής κατεστάλη με βιαιότητα. Στο Άγιο Όρος εγκαταστάθηκαν τουρκικά στρατεύματα, καταργήθηκαν προνόμια, επιβλήθηκε δυσβάσταχτη έκτακτη και τακτική φορολογία, πολλά ιερά κειμήλια φυγαδεύτηκαν σε νησιά και ολόκληρη η περιοχή περιήλθε ξανά σε ένδεια, έως το 1830, οπότε και ήρθησαν τα μέτρα. Το Άγιο Όρος υπάχθηκε στο αυτοκρατορικό νομισματοκοπείο, το οποίο διόρισε Τούρκο διοικητή με φορολογικές αρμοδιότητες.
Το 1912 το Ελληνικό Ναυτικό απελευθέρωσε το Όρος. Ο καταστατικός χάρτης του 1924 αναγνώρισε το Άγιον Όρος ως αυτοδιοίκητο τμήμα του ελληνικού κράτους, με πρωτεύουσα τις Καρυές, ενώ το Σύνταγμα του 1926 κατοχύρωσε το πολιτικό και διοικητικό καθεστώς του. Σήμερα κατοχυρώνεται από το άρθρο 105 του Συντάγματος και είναι αναγνωρισμένο από Διεθνείς Συνθήκες.

Διοίκηση-Υπαγωγή-Διαίρεση
Το ιδιαίτερο καθεστώς της αυτοδιοίκησης του Αγίου Όρους διατηρείται από τον 10ο αιώνα, οπότε και δόθηκε αυτονομία στην τότε μοναστική κοινότητα από τη βυζαντινή αυτοκρατορία.
Η εκπροσώπηση της ελληνικής πολιτείας στο Άγιο Όρος ασκείται από τον Πολιτικό Διοικητή, ο οποίος είναι διορισμένος από το ελληνικό κράτος, υπάγεται στο Υπουργείο Εξωτερικών και είναι υπεύθυνος για πολιτικά και δημόσια θέματα (ασφάλεια, δημόσια τάξη).
Το Άγιο Όρος υπάγεται πνευματικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο έχει τον ρόλο του πνευματικού προστάτη, εποπτεύοντας ζητήματα πίστης και δόγματος, ενώ μπορεί να παρεμβαίνει σε περιπτώσεις που προκύπτουν σοβαρά θέματα σχετικά με την τήρηση της Ορθόδοξης πίστης.
Οι Μονές του Αγίου Όρους αποκαλούνται «Κυρίαρχες», διότι αποτελούν αυτοδιοικούμενα ιδρύματα, «Βασιλικές», εφόσον έχουν ανεγερθεί με τη διαταγή ή τη συνδρομή βυζαντινών βασιλέων και έχει επικυρωθεί η ίδρυσή τους με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο, «Πατριαρχικές και Σταυροπηγιακές», εφόσον ιδρύθηκαν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Στο Άγιο Όρος υπάρχουν 20 κυρίαρχες, αυτόνομες μονές (17 Ελληνικές, 1 Ρώσικη, 1 Σέρβικη και 1 Βουλγάρικη), οι οποίες διοικούνται από τους μοναχούς τους, με επικεφαλής τον ηγούμενο. Οι μονές έχουν δικαιοδοσία στα εξαρτήματά τους, τα οποία περιλαμβάνουν τις σκήτες, τα καθίσματα, τα κελιά, τις καλύβες και τα ησυχαστήρια. Οι σκήτες είναι μικρές μοναστικές κοινότητες οργανωμένες γύρω από ένα καθολικό και υπάγονται διοικητικά στην αντίστοιχη κυρίαρχη μονή, αλλά διατηρούν μια σχετική αυτονομία στη λειτουργία τους. Διακρίνονται στις κοινοβιακές σκήτες, που παραπέμπουν στην κοινοβιακή ζωή των μοναστηριών (σε μικρότερη κλίμακα) και τις ιδιορρυθμικές σκήτες, όπου οι μοναχοί ζουν σε μεγαλύτερη απομόνωση, μόνοι τους ή σε μικρές ομάδες σε κελιά ή σε καλύβες και διατηρούν μεγαλύτερη αυτονομία στην καθημερινή λειτουργία τους. Τα κελλιά είναι μικρές, αλλά ευρύχωρες μοναστικές εγκαταστάσεις, με δικά τους παρεκκλήσια, όπου διαμένουν συνήθως ομάδες τριών μοναχών, έναντι τιμήματος. Οι καλύβες είναι παρόμοια οικήματα με τα κελιά, αλλά βρίσκονται μέσα στις σκήτες και παραχωρούνται από την κυρίαρχη μονή σε έναν ή σε τρεις κατά μέγιστο μοναχούς. Τα καθίσματα είναι μικρές, απομονωμένες καλύβες, όπου διαμένει ένας μοναχός, ο οποίος λαμβάνει ισοβίως διακονία άρτου από την αντίστοιχη κυρίαρχη μονή (έναντι τιμήματος). Τέλος, τα ερημητήρια ή ησυχαστήρια είναι οι μικρότερες και ταπεινότερες οικιστικές μονάδες του Αγίου Όρους. Πρόκειται για τα πιο απομονωμένα εξαρτήματα του Αγίου Όρους, τα οποία αποτελούν τους χώρους διαμονής των μοναχών που επιθυμούν πλήρη απομόνωση και την πιο αυστηρή μορφή μοναστικής ζωής.

Άβατον Αγίου Όρους
Η πρώτη μνεία για το άβατο συναντάται σε πράξη του Βασιλείου Α΄, το 883, η οποία απαγορεύει την είσοδο σε ποιμένες με τα ποίμνιά τους. Παρόμοιες μεταγενέστερες διατάξεις αναφέρονται στην απαγόρευση εισόδου και παραμονής στα θηλυκά ζώα, στους ευνούχους και στους αγένειους νέους. Αξιοσημείωτο είναι, ωστόσο, πως σε όλες τις διατάξεις του αγιορείτικου δικαίου έως τις αρχές του 15ου αιώνα απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στην απαγόρευση των γυναικών στον Άθω, παρά το γεγονός πως το άβατο για τις γυναίκες τηρούνταν με θρησκευτική ευλάβεια. Η σιωπή των πηγών οδηγεί στο συμπέρασμα πως η απαγόρευση των γυναικών θεωρούνταν δεδομένη και, επομένως, ήταν περιττή η συμπερίληψή της στις διατάξεις των Τυπικών του Αγίου Όρους. Τελικώς, το Νομοθετικό Διάταγμα του 1926, που επικύρωσε τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους, επιβεβαίωσε τον εθιμικό θεσμό του αβάτου, ορίζοντας πως απαγορεύεται η είσοδος των θηλέων «κατά τα ανέκαθεν κρατούντα».
Οι απαρχές της εν λόγω απαγόρευσης πρέπει να αναζητηθεί στην αγιορείτικη παράδοση που αφορά στην επίσκεψη της Παναγίας στη χερσόνησο του Άθω και την πεποίθηση πως η ίδια έθεσε υπό την προστασία της ολόκληρη την περιοχή, που έγινε το «περιβόλι της». Αυτομάτως, η ιερότητα και η αγιότητα που «απέκτησε» ο Άθως δημιουργούσε μια συνθήκη σεβασμού που απέκλειε την παρουσία οποιασδήποτε άλλης γυναίκας. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η έννοια και η εφαρμογή του άβατου είχε ως σκοπό διαχρονικά, την απομόνωση των μοναχών, την αποχή και προστασία τους από τον υπόλοιπο κόσμο και την προσήλωσή τους στην πνευματική άσκηση, την αδιάλειπτη προσευχή και τα μοναχικά ιδεώδη.

Η αρχιτεκτονική στο Άγιον Όρος
Τα μοναστηριακά συγκροτήματα του Αγίου Όρους ακολούθησαν τα πρότυπα της βυζαντινής φρουριακής αρχιτεκτονικής. Η ίδια η γεωμορφολογία του Άθω, αλλά και η ανάγκη προστασίας από επιδρομές υπαγόρευε την οικοδόμηση των μονών ως οχυρά. Η κάθε μονή περιβάλλεται από ψηλά τείχη, με επάλξεις και πύργους και θυμίζει βυζαντινό φρούριο, ενώ εσωτερικά απαρτίζεται από κτίρια που συνθέτουν μια μικρή αστική πολιτεία, με επίκεντρο το Καθολικό.
Τα κυριότερα οικοδομήματα των μοναστικών συγκροτημάτων είναι: οι Πύργοι, τα κελιά, τα καθολικά, οι φιάλες, οι τράπεζες, οι πύργοι των καμπαναριών και οι αρσανάδες.

Κειμήλια και Θησαυροί του Αγίου Όρους
Το σύνολο των Ιερών Μονών της Αθωνικής Πολιτείας διαθέτει εκατοντάδες ιερά λείψανα και λοιπά κειμήλια τα οποία και αποθησαυρίζονται σε ειδικούς χώρους που διατηρούν τις κατάλληλες συνθήκες για τη συντήρηση και τη διαφύλαξή τους. Ο τρόπος κτήσης τους και οι αδιαμφισβήτητες θαυματουργικές τους ιδιότητες έχουν έγγραφη ιστορική αποτύπωση. Στο Πρωτάτο του Αγίου Όρους βρίσκεται και η θαυματουργή εικόνα της Κυρίας Θεοτόκου, Παναγία «Άξιον Εστί». Λεπτομέρειες στο κύριο άρθρο.

Διαβάστε το σύνολο του άρθρου ΕΔΩ

Share this post

Διαβάστηκε 132 φορές

Διευκρίνηση

Τα ενυπόγραφα κείμενα δεν εκφράζουν κατ' ανάγκη το Σ.Α.Σ αλλά μόνο τον Συντάκτη.