Η Μολδοβλαχία πριν την Επανάσταση του 1821
Ο γιός του συναδέλφου μας Παναγιώτη Μπουμπάρα της 29ης Σειράς, με σπουδές στην ιστορία, μας παραχώρησε το παρακάτω επίκαιρο πόνημα, το οποίο ευχαρίστως το δημοσιεύουμε. ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ.
Η Μολδοβλαχία πριν την Επανάσταση του 1821
Οι οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις από τον 17o έως τον 19o αιώνα
Είναι ευρέως γνωστό πως η Επανάσταση του 1821 ξεκίνησε από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες ή αλλιώς από την περιοχή της Μολδοβλαχίας. Τόσο η σχολική ιστοριογραφία όσο και μια πληθώρα ακαδημαϊκών μελετών αναφέρονται άλλοτε συνοπτικά και άλλοτε εκτενώς στους λόγους για τους οποίους η ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας επέλεξε την συγκεκριμένη περιοχή για την έναρξη της ένοπλης σύγκρουσης: απουσία οθωμανικών στρατευμάτων, εγγύτητα στα σύνορα με την Ρωσική Αυτοκρατορία που ήταν σταθερός ανταγωνιστής του Σουλτάνου και η ύπαρξη της φαναριώτικης διοίκησης. Ωστόσο, κρίνεται απαραίτητο να πραγματοποιηθεί μια ενδελεχή αναφορά στην οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις της εν λόγω περιοχής, η οποία οδήγησε στην δημιουργία κοινωνικών στρωμάτων που ηγήθηκαν στην Ελληνική Επανάσταση.
Αρχικά, η Βλαχία και η Μολδαβία προσαρτήθηκαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1419 και 1538[1] αντίστοιχα. Ωστόσο, τους είχε παραχωρηθεί ένα καθεστώς σχετικής αυτονομίας. Πιο συγκεκριμένα, οι βογιάροι, τοπικοί άρχοντες-γαιοκτήμονες, μέσω συνελεύσεων εξέλεγαν τον «βοεβόδα», δηλαδή τον ηγεμόνα που θα κυβερνούσε το Πριγκιπάτο της Βλαχίας ή της Μολδαβίας. Στη συνέχεια, ο βοεβόδας έπρεπε να λάβει έγκριση από την Υψηλή Πύλη προκειμένου να ξεκινήσει την θητεία του. Παρόλα αυτά σπάνια είχε την δυνατότητα να επιβάλει διάδοχο της αρεσκείας του. Τέλος, πλήρωναν φόρο υποτέλειας στον Σουλτάνο το ποσό του οποίου εξαρτιόταν από τους πολέμους ή τις ανάγκες του κρατικού θησαυροφυλακίου. Κατά καιρούς, οι ηγεμόνες των Πριγκιπάτων αποστατούσαν αποτελώντας μια μόνιμη πηγή ανησυχίας για την οθωμανική επικυριαρχία. Το 1716 αποτέλεσε σημείο καμπής για την διοίκηση των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών: ο βοεβόδας Στέφανος Γ’ Καντακουζηνός αποκεφαλίζεται και η οθωμανική ηγεσία διορίζει ως ηγεμόνα τον Φαναριώτη Νικόλαο Μαυροκορδάτο[2] εγκαινιάζοντας την φαναριώτικη δυναστεία στην περιοχή. Έκτοτε και μέχρι το 1821 τη θέση και στα δύο πριγκιπάτα λάμβαναν Έλληνες ή σε ορισμένες περιπτώσεις εξελληνισμένοι ιθαγενείς.
Σχετικά με τον οικονομικό τομέα η Μολδοβλαχία αποτελούσε μια από τις πιο αραιοκατοικημένες επαρχίες της αυτοκρατορίας. Η πλειονότητα των εκτάσεων της περιοχής καλυπτόταν από δάση, με αποτέλεσμα η αγροτική καλλιέργεια να είναι εξαιρετικά περιορισμένη, όπως φανερώνουν οι πρωτόγονες μέθοδοι που χρησιμοποιούνταν από τους ντόπιους. Μια μικρή πρόοδος σημειώθηκε τον 17ο αιώνα, όταν προχώρησε η αποψίλωση δασών, προκειμένου να δημιουργηθούν καλλιέργειες και βοσκοτόπια. Ωστόσο, ο πληθυσμός συνέχιζε να μειώνεται ως τα μέσα του 18ου αιώνα, όπου σημειώθηκε και η μεγαλύτερη δημογραφική συρρίκνωση. Το δημογραφικό ναδίρ εκείνης της περιόδου οφείλεται κυρίως στη μετανάστευση, αρχικά, ως αποτέλεσμα της σκληρής ρωσικής κατοχής στα τέλη της δεκαετίας του 1730, και έπειτα, λόγω της πρόσβασης στις γαίες της Ουκρανίας και του Βανάτου( περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης που μοιράζεται μεταξύ της σημερινής Ρουμανίας, Σερβίας και Ουγγαρίας) στα τέλη του 1740, επιφέροντας κρίση στα κρατικά έσοδα. Συνεπώς κατέστη επιτακτική ανάγκη η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. Χαρακτηριστικά, ο Κωνσταντίνος Μαυροκορδάτος κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του εξέδωσε διατάγματα στη Βλαχία και τη Μολδαβία μεταξύ 1746 και 1749[3] με τα οποία κατήργησε και τυπικά την δουλοπαροικία. Επίσης καθιέρωσε ενιαίο σύστημα φορολογίας και ημερών αγγαρείας, ώστε να είναι υποφερτά στους αγρότες. Εκτός από το φόρο της δεκάτης, οι γαιοκτήμονες δεν μπορούσαν να απαιτήσουν ετησίως περισσότερες από δώδεκα ημέρες αγγαρείας, πολύ λιγότερες από όσες ζητούσαν οι κτηματίες της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας[4] και οι οποίες συνήθως εξαγοράζονταν έναντι κάποιου χρηματικού ποσού.
Τις επόμενες δεκαετίες, τα μέτρα απέδωσαν το επιθυμητό αποτέλεσμα και συνέβαλαν στη σύνδεση της τοπικής οικονομίας με τις διεθνείς αγορές. Έτσι λοιπόν στα τέλη του 18ου αιώνα σημειώθηκε για πρώτη φορά πληθυσμιακή αύξηση στη Μολδοβλαχία. Αυτό δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μαζική αγροτική παραγωγή, η οποία διοχετεύτηκε στην αγορά της Κεντρικής Ευρώπης, ιδιαίτερη ζήτηση είχαν τα ζώα, το κονιάκ και αργότερα τα σιτηρά. Οι γαιοκτήμονες της Μολδαβίας έκαναν συχνή χρήση του δικαιώματος της αγγαρείας και λίγο αργότερα το ίδιο έπραξαν, κατά την περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων, και οι κτηματίες της Βλαχίας εγκαταλείποντας την πρακτική της εξαγοράς. Επιπλέον, πίεζαν για τον έλεγχο της κοινοτικής γης των χωριών και απαιτούσαν νέες εκχερσώσεις δασών προκαλώντας εκ νέου επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των τοπικών αγροτικών πληθυσμών. Από την άλλη, οι υφιστάμενοι των Φαναριωτών εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός ότι στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες η γη προστατευόταν από δημεύσεις σε αντίθεση με άλλες περιοχές της οθωμανικής επικράτειας και αποκτώντας τον έλεγχο των μεγάλων ιδιοκτησιών γης μέσω γάμων με τις κόρες των βογιάρων διείσδυσαν στα σημαντικότερα εμπορικά δίκτυα στον τομέα των αγροτικών προϊόντων. Τέλος, και οι ίδιοι οι Φαναριώτες ηγεμόνες ασχολούνταν εν μέρει με το εμπόριο.
Όλα τα παραπάνω συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας εμπορικής ελίτ που είχε ως βασικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά την ελληνική γλώσσα και την θρησκευτική πίστη στον ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Αυτή η κοινωνική ομάδα ηγήθηκε της Ελληνικής Επανάστασης και την τροφοδότησε με σπουδαίες προσωπικότητες, όπως η Μαντώ Μαυρογένους, οι αδερφοί Υψηλάντη (Αλέξιος και Δημήτριος) και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος.
Μπουμπάρας Ευθύμιος
Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης
στην Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία,
Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
[1] Καστελάν Ζ, Η ιστορία των Βαλκανίων, Αθήνα 1991, σελ. 205&215
[2] Μπλανκάρ θ. Ο Οίκος των Μαυρογένη, Αθήνα 2011, σελ. 13
[3] ΜακΓκοούαν Μπρ, Η εποχή των Αγγιάνηδων, 1699-1812 στο Η οικονομική και κοινωνική ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τόμος Β’: 1600-1914,(επιμέλεια Χαλίλ Ιναλσικ& Ντόναλτ Κουάρτερ) Οκτώβριος 2011, σελ. 304
[4] Ο.π., σελ. 304