Μας ανήκουν τα οπλικά συστήματα που αγοράζουμε;
- Εμφανίσεις: 443
Γράφει ο Πρόεδρος του Σ.Α.Σ Σμχος ε.α. Βασ. Τσιλιγιάννης
Οι περισσότεροι συνομήλικοι μου, έστω και για λίγο, μπήκαν στον πειρασμό να παίξουν κάποιο ηλεκτρονικό παιχνίδι στον υπολογιστή ή στο PlayStation την περίοδο 1995-2005. Ειδικά όσοι έχουμε οικογένεια και μεγαλώναμε παιδιά (εγώ δύο εφήβους τότε), διαπιστώναμε μαζί τους ότι όσο και καλός να ήσουν στο παιχνίδι, πάντα υπήρχε μια οροφή που δεν μπορούσες να ξεπεράσεις. Μετά μάθαμε ότι υπήρχαν κάποια (cheats=κλεψίματα - απατεωνιές). Δηλαδή, κάποιες προγραμματιστικές εντολές που με έρευνα στο διαδίκτυο μπορούσες να ανακαλύψεις και που ξεκλείδωναν δυνατότητες στο παιχνίδι που επέτρεπαν να στεφθείς νικητής. Αυτές οι χρήσιμες εντολές είχαν κρατηθεί μυστικές, από την εταιρεία που ανήκε το παιχνίδι.
Όμως, κάποιοι εργαζόμενοι τις διέρρεαν, ή χρειαζόταν να πληρώσεις επιπλέον στην εταιρεία για να τις αποκτήσεις νόμιμα σαν προσθήκη (patch), ή είχαν ανακαλυφθεί, εφευρεθεί από άλλους προγραμματιστές ή χάκερς, που τις διέθεταν ελεύθερα ή με πληρωμή. Φαντάζομαι ότι, λίγο πολύ, τα ίδια ισχύουν ακόμα, αν κι έχω πολλά χρόνια να ασχοληθώ.
Που το πάω με αυτή την μεγάλη εισαγωγή. Τα αναβαθμισμένα οπλικά συστήματα που αγοράζουμε ή αναβαθμίζουμε ως χώρα τα τελευταία χρόνια από διαφορετικές χώρες και προελεύσεις (F-16viper, Rafale, Belharra, F-35, πυραυλικά, drones), στηρίζουν μεγάλο μέρος των δυνατοτήτων τους και των όποιων προτερημάτων τους έναντι των οπλικών συστημάτων του εχθρού, κυρίως στο λογισμικό τους. Το λογισμικό αυτό είναι σαφώς κρυπτογραφημένο. Πολλές φορές σε πολύπλοκες γλώσσες προγραμματισμού που καμία σχέση δεν έχουν με αυτές του εμπορίου. Δεν έχω υπάρξει εκπαιδευόμενος τελευταία σε εκπαίδευση τέτοιου συστήματος, αλλά είμαι σίγουρος ότι η εκπαίδευση των τεχνικών μας περιορίζεται, κυρίως, στη συντήρηση των ηλεκτρομηχανολογικών συγκροτημάτων των οπλικών συστημάτων κι αυτό μέχρι κάποιο βαθμό, καθώς και σε κάποιες εντολές χρήσιμες για την λειτουργία τους. Θα ήταν ευχής έργο, η εκπαίδευση να περιλαμβάνει και κάποια διαγνωστικά τεστ, που να επιτρέπουν τουλάχιστον τον εντοπισμό και την απομόνωση του ελαττωματικού block ή module. Βέβαια, ακόμα κι αν το εντοπίσεις θα έπρεπε να έχεις εφεδρικό για να το αντικαταστήσεις, αλλά αυτό είναι άλλο τεράστιο θέμα με τις προμήθειες οπλικών συστημάτων στην χώρα μας και την υποστήριξή τους στη συνέχεια.
Κι έρχομαι εδώ που θέλω να καταλήξω. Είναι σαφές ότι, οι κατασκευάστριες εταιρείες κρατούν ως επτασφράγιστο μυστικό τον κώδικα του λογισμικού που λειτουργεί το οπλικό σύστημα κλειδωμένο και το οποίο λογισμικό επιτρέπει την επαύξηση των δυνατοτήτων του ή ακόμα και την αχρήστευσή του με πολλούς τρόπους.
Αν σήμερα, λοιπόν, δεν ελέγχεις το λογισμικό του οπλικού σου συστήματος, δεν ελέγχεις το όπλο. Η απόφαση της χώρας μας να παραιτηθεί της προσπάθειας να παράξει οπλικά συστήματα μόνη της, όπως κάνει η Τουρκία συστηματικά τα τελευταία είκοσι χρόνια, την καθιστά καλό πελάτη και μόνιμα εξαρτημένο από τις διαθέσεις άλλων. Επιπλέον, όπως φάνηκε πρόσφατα με τη συζήτηση για την σύμβαση υποστήριξης των Rafale στην Βουλή, το κόστος αγοράς έτοιμων εξοπλισμών από άλλες χώρες σχεδόν διπλασιάζεται ή και πολλαπλασιάζεται με τις συμβάσεις υποστήριξης, χωρίς να μένει απαραίτητα τεχνογνωσία στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, αφού οι ιδιωτικές εταιρείες είναι αυτές που θα αναλάβουν πιθανότατα τη συντήρηση Β’ και Γ’ βαθμού. Το χειρότερο, δεν μπορείς να είσαι ποτέ σίγουρος ότι η κατασκευάστρια χώρα ή εταιρεία θα σου επιτρέψει να το χρησιμοποιήσεις, αν κι όποτε το χρειαστείς, όπως εσύ θέλεις.
Η απόφαση της κυβέρνησης, με την πρόβλεψη του πολυνομοσχεδίου του ΥΠΕΘΑ, για ένα κατώτερης ποιότητας και δυνατοτήτων Σώμα Υπαξιωματικών και της συνεπαγόμενης κατάργησης των Σχολών Υπαξιωματικών, υπηρετεί δυστυχώς αυτή τη στρατηγική. Δεν απαιτείται να υπάρχουν ακαδημαϊκά και τεχνολογικά αναβαθμισμένοι Υπαξιωματικοί και στελέχη στις Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά μόνο μαχητές πρώτης γραμμής, όπως μας είπε χαρακτηριστικά ο κ. ΥΕΘΑ, αφού η συντήρηση κι η υποστήριξη των οπλικών συστημάτων θα έχει, σε μεγάλο βαθμό, αναληφθεί από τις κατασκευάστριες εταιρείες και τους εργολάβους τους. Δυστυχώς, αυτή η πολιτική στερεί από την χώρα μας το φυτώριο για την ανάπτυξη κι εξέλιξη, ακαδημαϊκά και τεχνολογικά, καταρτισμένου προσωπικού που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως βάση, για να αναπτυχθεί κάποτε η οποία ελληνική αμυντική βιομηχανία. Και όπως φαίνεται η επιλογή είναι σκόπιμη και δεν είναι τυχαία. Το οικονομικό κόστος θα το επωμιστεί ο ελληνικός λαός. Εύχομαι να μην μετατραπεί και σε εθνικό κόστος.
Σμχος ε.α. Βασ. Τσιλιγιάννης
Πρόεδρος του Σ.Α.Σ
